WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
way in n (entrance)είσοδος ουσ θηλ
 Where's the way in to the shopping mall?
way in n figurative (means of access) (μεταφορικά)είσοδος ουσ θηλ
 Sleeping with the boss is not the way in to high society.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
all the way in adv (completely in)εντελώς μέσα φρ ως επίρ
  τέρμα μέσα, μέσα-μέσα φρ ως επίρ
 To get the card to work, you have to put it all the way in.
elbow in,
elbow your way in
vi + adv
figurative, informal (force way in)χώνομαι ρ αμ
 A man in the crowd shouted at me for elbowing in.
force your way in v expr (enter by physical force)μπαίνω με το ζόρι έκφρ
Σχόλιο: δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία
 She attempted to keep him outside of the house, but he forced his way in.
no way,
no way that,
no way in which
n
(no possible means) (καθομιλουμένη)με τίποτα έκφρ
  (αργκό)με την καμία έκφρ
 There's no way we can get there on time; our car broke down.
 Με τίποτα δε φτάνουμε στην ώρα μας· χάλασε το αμάξι.
the way,
the way that,
the way in which
n
(method of doing [sth])τρόπος ουσ αρσ
 Show me the way you knead dough.
 Δείξε μου τον τρόπο που πλάθεις το ζυμάρι.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'way in' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση way in στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «way in».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!